Οι Συμβασιούχοι του Υπ.ΠΟ και άλλες πονεμένες ιστορίες…

Η κινητοποίηση των συμβασιούχων υπαλλήλων του υπουργείου Πολιτισμού στην περιοχή της Βορειοδυτικής Ελλάδας δεν είναι μία ακόμη κινητοποίηση μιας ομάδας εργαζόμενων για την αντιμετώπιση οξυμένων προβλημάτων. Είναι ταυτόχρονα δηλωτική της παθογένειας αυτού του τόπου σε όλα του τα επίπεδα: κοινωνία, οικονομία, πολιτισμός.
Αν (λέμε αν) υπήρχε στοιχειώδης πολιτική στρατηγική, που αφορούσε την ανάκαμψη της εθνικής οικονομίας, δεν υπάρχει αμφιβολία, πως αυτή θα στρέφονταν στην αναβάθμιση της (σχεδόν) μόνης οικονομικής δραστηριότητας στον τόπο, που λέγεται τουρισμός. Αν πάλι (λέμε αν) υπήρχε γνήσιο ενδιαφέρον για την αναβάθμιση του τουριστικού μας προϊόντος -σε επίπεδο ουσίας και όχι μπαλκονάτων Μαυρογιαλουρισμών- τότε η ανάδειξη, η συντήρηση και η δια της προβολής αξιοποίηση του αρχαιολογικού μας πλούτου θα ήταν conditio sine qua non. Αυτό στην πράξη, σημαίνει, πολύ απλά, ότι όλοι η Ελλάδα θα ήταν ένα εργοτάξιο αρχαιολογικό (και όχι εργολαβικό) για την αποκάλυψη μνημείων ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής αξίας και ταυτόχρονα σημαντικότατης προσκλητικής ισχύος προς ποιοτικούς επισκέπτες, όπου γης.
Είναι φανερό -έτσι δηλώνουν και οι αρμόδιοι του κλάδου-, ότι το μοντέλο: «λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου» βρίσκεται σε απροκάλυπτα καθοδική πορεία. Η διεύρυνση των εις τον πλανήτη προσφερόμενων θέρετρων αλλά και η χαμηλή ποιότητα των δικών μας υποδομών εγγυώνται την μαζική απομάκρυνση των ποιοτικών επισκεπτών, όπως το εβίωσε σταδιακά η Κέρκυρα κατά την τελευταία 20ετία.
Η περιβόητη, λοιπόν αναβάθμιση του τουρισμού –εθνικού και Κερκυραϊκού- δεν είναι υπόθεση μεταφυσικών δυνάμεων και επικλήσεων προς αυτές. Προϋποθέτει συγκεκριμένες δράσεις μεταξύ των οποίων πρωταρχική θέση κατέχει η συνεχής ανασκαφική έρευνα και η συνεχής συντήρηση νεότερων και παλιότερων μνημείων, που μπορούν να συγκροτούν την ΕΙΔΙΚΗ πολιτιστική αλλά και τουριστική ταυτότητα του τόπου.
Η διαμόρφωση και η ανάδειξη όλου του διαθέσιμου μνημειακού πλούτου συγκροτεί το φυσικό περιβάλλον ενός αναβαθμισμένου τουρισμού, που σε συνδυασμό με την προαγωγή των υποδομών φιλοξενίας, ψυχαγωγίας και πολιτιστικών δραστηριοτήτων μπορεί να εγγυηθεί -μεταξύ άλλων- και καλύτερο οικονομικό μέλλον για τον τόπο. Κατά τρόπο μάλιστα αποκλειστικό…
Αν (λέμε αν) αυτά τα προφανή γίνονταν και κατανοητά -εδώ και μερικές 10ετίες- θα είχαμε αποφύγει τον ευτελισμό του λεγόμενου μαζικού τουρισμού, που υποβίβασε (ανεπιστρεπτί;) τις «ναυαρχίδες» του Τουρισμού μας με πρώτη και καλύτερη την «Φαιακία».
Αν (λέμε αν) υπήρχε κάποιος έστω και στοιχειώδης προσανατολισμός προς αυτή την κατεύθυνση, τότε αρχαιολόγοι, ανασκάπτες και συντηρητές δεν θα έφταναν για να δουλεύουν στον … υποθετικό τόπο, που θα επιχειρούσε να αποκαταστήσει την πολιτιστική του κληρονομιά και –μέσω αυτής- την οικονομία του.
Είναι φανερό, ότι σε μία τέτοια περίπτωση, η Κέρκυρα θα ήταν ένα συνεχές εργοτάξιο ανασκαφής, συντήρησης και αποκατάστασης πάμπολλων γνωστών και άγνωστων (θαμμένων στην γη) μνημείων-μαρτυριών της διαχρονικότητας του τόπου. Μία τέτοια εικόνα της Κέρκυρας (και της Ελλάδας γενικότερα) -απολύτως υποθετική- ασφαλώς δεν ταυτίζεται με την σημερινή μιζέρια του τουρισμού, την μαζική καταστροφή του τοπίου στο όνομα της δήθεν «αξιοποίησης» και τον ατέρμονο φαύλο κύκλο φτήνιας και βαρβαρότητας.
Επειδή, όμως τα «αν» ανήκουν στην σφαίρα του υποθετικού, η νέο-Ελληνική πραγματικότητα περιλαμβάνει απολυόμενους και όχι εργαζόμενους υπαλλήλους του Υπ.ΠΟ. Καταρρέοντα και όχι αποκαθιστώμενα οικοδομήματα. Εγκαταλειμμένα και όχι προβεβλημένα μνημεία. Διαλυμένα και όχι δραστήρια ΔΗΠΕΘΕ. Συρρικνωμένα και όχι αναπτυσσόμενα φεστιβάλ.
Τι να τους κάνουμε λοιπόν σ’ αυτό το περιβάλλον τους συμβασιούχους του Υπ.ΠΟ… Ούτε τους μόνιμους δεν χρειαζόμαστε… Στην πυρά, στην πυρά!!!

Σχόλια