Η αναδόμηση του: ‘εμείς’

Ακόμη και οι υποκριτές κήρυκες του ανθρωπισμού και της κοινωνικότητας, τονίζουν, πως τίποτε δεν μπορεί να γίνει μόνον από έναν…Πώς δεν ωφελεί να σκεφτόμαστε μόνον τον εαυτό μας αλλά το σύνολο και άλλα τέτοια ωραία για δημόσια προπαγάνδα… Και σήμερα το κάνουν, όποτε συμφέρει και αποδίδει... Την ίδια ώρα, η προώθηση του ατομικισμού γίνεται με χίλιους τρόπους μέσα από ΜΜΕ αλλά κυρίως μέσα από τα καυτά παραδείγματα της ζωής. Ο ‘μέσος καθημερινός πολίτης’ σπρώχτηκε στα γρανάζια της εγωπάθειας με το πρόσχημα της απελευθέρωσης… Γιατί αυτοί και όχι εγώ … Αυτό κυριαρχούσε στην πορεία της δήθεν ‘πολιτικοποίησης’ που νοιάζονταν για την κατασκευή ‘στρατιωτών’ πιστών σε διάφορα σοσιαλφιλελεύθερα προτάγματα, που συνοψίζονται με εκπληκτική ακρίβεια στο παραπάνω. Η πονηρότατη είσοδος, που επιχειρεί να διαμορφώσει κλίμα κοινωνικής αντίθεσης, αντιπαράθεσης, ταξικότητας ακολουθείται από το ‘μαγική’ προτεραιοποίηση του ‘εγώ’ ως συμπυκνώματος της … φυσιολογικής, πολυπόθητης απελευθέρωσης…   ...

Θόδωρου Κουρή: Ο δρόμος


Με χαρά σας παρουσιάζουμε την τελευταία δημιουργία του φίλτατου Θοδωρή, που μας την εμπιστεύτηκε.

 

Ο ΔΡΟΜΟΣ

Σε κάθε δέντρο ένας μικρός καθρέφτης

άνοιγε τις στοιχειωμένες λέξεις,

σε κάθε στροφή παραφύλαγε μια σημαία

κουρελιασμένη κι ένας σωρός οξειδωμένων

απ' τη συνήθεια παλιών βεβηλωμένων όρκων.

 

Μυριάδες αγγελικά αστροχάδια και ήχοι

ξεχύνονταν κάθε νυχτιά κι αγκάλιαζαν

τον εσώκοσμο κι ύστερα διασπάζονταν

και κυρίευαν το σύμπαν μέχρι την άκρη

της άδηλης σιωπής.

 

Δάκρυα το ξημέρωμα για τον ολόμαυρο θόλο

πάνω απ' τα χέρσα, γεμάτα ψευδάργυρα

σκήπτρα και συντρίμμια εύθραυστων ονείρων,                                                                                                                                                  ανυποψίαστα χώματα.

 

Μια μικρή γυάλινη γαλάζια σφαίρα κυλούσε

σπρωγμένη απ' τον επιβλητικό βοριά, μια εδώ

και μια εκεί, σ' έναν αναπόδραστο ατέρμονα κύκλο.

 

"Πότε θα κάνει ξαστεριά;" ούρλιαξε ο άνεμος

μεσ' στις σχισμές της ανήλιαγης προσμονής.

 

Πού πήγαν, πού πέταξαν εκείνα τα πολύχρωμα

πουλιά που μάγευαν την αίσθηση και ζωντάνευαν

τις ασθμαίνουσες σκιές;

Τώρα ένα σκοτεινό ματωμένο ποτάμι κυλάει

την ανυπεράσπιστη θλίψη του στο πέλαγος

της ανυπαρξίας και των φαύλων αναίσχυντων

ελπίδων, νεκρή κοίτη ανόνειρων κυματισμών

κι απόκοσμων βουβών εικόνων.

 

Κάπου ξάφνου φύτρωσε ένα κόκκινο λουλούδι

κάτω από μια ξεχασμένη νότα,

μια φεγγαροαχτίδα το περιμάζεψε στοργικά

και το ζέστανε μέχρι τη λυκαυγή προσμένοντας                                                                                                                                                            ίσως κάποια απροσδόκητη συναστρία χαμόγελων.

 

Τότε ένας κρύος Ήλιος ανιχνεύτηκε μέσα

απ' τη μολυβένια ακολουθία μιας πλάνης, στάθηκε,

μειδίασε ειρωνικά στ' αυτόχειρα λείψανα

κι ύστερα κρύφτηκε ξανά στην αυτάρεσκη ησυχία του,                                                                                                                                               μακριά στο παράλληλο σύμπαν του.

 

Είναι της τύχης όρισμα,

της μοίρας προσταγή

ή κάλπικο εικόνισμα

στου ονείρου τη φυγή;

 

Ή μήπως είναι τ' όνειρο

του δρόμου ο χρησμός

που τον κρατάει όμηρο

ψεύτικος λογισμός; 

Σχόλια