Εγκλήματα και ιδεολογία

Παραθέτουμε ένα εξαιρετικό κείμενο του φίλτατου Γιάννη Λύχρου… Επίκαιρο και ουσιαστικό… Ασχετο, φυσικά, προς τον βομβαρδισμό αποβλάκωσης δια του εντυπωσιασμού των media. Παραθέτουμε ασμένως…

 Εγκλήματα και ιδεολογία

Όταν πρόκειται για ποινικό και ηθικό έγκλημα πρέπει να ακολουθήσει κανείς αυτό καθ' εαυτό το έγκλημα. Στην περίπτωση Λιγνάδη – Μενδώνη – Μητσοτάκη υπάρχουν περισσότερα του ενός εγκλήματα. Κάποια κολάσιμα ποινικά, κάποια κολάσιμα ηθικά και κάποια κολάσιμα κοινωνικά. 



Την διάκριση την αφήνω για τους νομικούς και τους ποινικολόγους. Σαν μη ειδικός, δεν αισθάνομαι ικανός να ανιχνεύσω ούτε τα παράθυρα, που συνειδητά πρόβλεψε, ούτε τα κενά νόμου που έχουν ξεφύγει από τον νομοθέτη. Όμως τα περισσότερα από 55 χρόνια ζωής, ενηλίκου ενεργού πολίτη, μου επιτρέπουν να καταθέσω κάποιες προσωπικές απόψεις.

Κατ' αρχήν η φύση των εγκλημάτων αυτών δεν έχουν ιδεολογική ταυτότητα. Καμιά ιδεολογία δεν προφυλάσσει από τις σεξουαλικές διαστροφές, την έμφυλη βία, την παιδική κακοποίηση και την κατάχρηση εξουσίας από ευρισκόμενους σε θέσεις ισχύος. Το ότι οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που έχουν καταγγελθεί, έχουν στενή στελεχική σχέση με το κόμμα της Ν.Δ., είναι μια σύμπτωση, η οποία δεν καθιστά υπόλογο ολόκληρο το κόμμα, ούτε την νεοφιλελεύθερη ιδεολογία. Εκείνο που μπορεί να έχει ιδεολογική χροιά, είναι ο τρόπος που κάθε πολιτικός χώρος αντιμετωπίζει αυτές τις καταστάσεις. Θεωρώ λοιπόν ότι η ιδεολογία δεν παίζει τον σημαντικότερο ρόλο στην εγκληματικότητα αυτής της φύσης.

Αν παρακολουθήσω τα εγκλήματα που διαπράχτηκαν, ασχέτως αν τιμωρούνται ή όχι από τον νόμο, έχω να παρατηρήσω τα εξής.

Το πρώτο έγκλημα είναι αυτή καθ' εαυτή η αποτρόπαια πράξη του καταγγελλόμενου ως δράστη. Κατά συρροή, πολλαπλά ειδεχθείς πράξεις, βιασμού ενηλίκων και ανηλίκων, αποπλάνησης ανηλίκων, παιδεραστίας, σεξουαλικής κακοποίησης και κατάχρησης εξουσίας. Διευκρινίζω ότι, οι σεξουαλικές προτιμήσεις και ιδιαιτερότητες, όχι μόνο δεν αποτελούν παραβατική συμπεριφορά, αλλά είναι απόλυτο δικαίωμα του κάθε ατόμου και πρέπει να προστατεύεται από τον νόμο.

Το δεύτερο έγκλημα είναι εκείνο της αποσιώπησης. Η νομοθεσία προβλέπει ότι, όταν πέσει στην αντίληψη κάποιου ένα έγκλημα, οφείλει να το αναφέρει στις αρχές. Η αποσιώπηση συνιστά κάποιου βαθμού συμμετοχή στο έγκλημα. Ο βαθμός μεγαλώνει ανάλογα με την βαρύτητα του εγκλήματος, αλλά και την δυνατότητα ή την αδυναμία του θύματος να αντιδράσει. Οι ευθύνες του περιβάλλοντος του καταγγελλόμενου είναι σημαντικές. Διότι, όπως πολλοί από αυτούς δημόσια παραδέχτηκαν, η παραβατική συμπεριφορά ήταν γνωστή. Εδώ εμπλέκεται και η κοινωνική αποσιώπηση. Είναι γνωστές οι προφάσεις ή και πραγματικές αιτιάσεις του τύπου “που να μπλέξω τώρα”, “εγώ θα βγάλω το φίδι από την τρύπα”. Χαρακτηριστικά που καλλιεργήθηκαν με την θεοποίηση της ατομικότητας και την απαξίωση της κοινωνικότητας και της αλληλεγγύης.

Το τρίτο έγκλημα είναι εκείνο της επιλογής. Όταν επιλέγεις, αλλάζοντας μάλιστα την διαδικασία επιλογής, κάποιον για κάποια θέση, έχεις την απόλυτη ευθύνη της επιλογής σου. Ιδιαίτερα όταν δηλώνεις ότι αυθαιρετείς για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Είναι αδιάφορο το πως οδηγήθηκες στην πράξη αυτή. Είσαι υπεύθυνος, είτε ήξερες το ποιόν του επιλεχθέντος, είτε δεν το ήξερες, είτε ήταν δική σου επιλογή, είτε στον επέβαλε ο προϊστάμενός σου. Σε κάθε περίπτωση η παραίτηση από το αξίωμα είναι μονόδρομος. Δεν ενδιαφέρει αν είσαι ανίκανος και παραπλανήθηκες, είτε ήξερες και έκλεισες τα μάτια.

Το τέταρτο έγκλημα είναι εκείνο της συγκάλυψης. Κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε να είναι ποινικά κολάσιμη. Συγκάλυψη, όταν προσποιείσαι ότι δεν συμβαίνει τίποτε. Συγκάλυψη, όταν πράττεις ή παραλείπεις ενέργειες, με τις οποίες διευκολύνεις τον δράστη να διαφύγει ή να καταστρέψει στοιχεία, που θεμελιώνουν την ενοχή του. Συγκάλυψη είναι επίσης η προσπάθεια να θολώσεις τον ορίζοντα, βάζοντας στο ίδιο τσουβάλι διαφορετικά αδικήματα, προκειμένου να ελαφρώσεις τις εντυπώσεις από το ειδεχθές του εγκλήματος που διαπράχτηκε. Πολύ περισσότερο όταν προσπαθείς να στοχοποιήσεις το ή τα θύματα αυτού του εγκλήματος και το περιβάλλον τους. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική, σε αυτή την κατεύθυνση, είναι η αγωνιώδης πρεμούρα των Μ.Μ.Ε. της διαπλοκής.

Τα δύο τελευταία “εγκλήματα” αποκτούν πολιτική και ιδεολογική διάσταση, γι’ αυτό και το βαθύ σύστημα της πλουτοκρατικής ελίτ και των κολαούζων της, βρίσκεται σε απόγνωση.

 

Σχόλια