Ισως στις …’μέρες της Γάζας’ να είναι ντροπή να μιλήσεις γι’ αυτό… Όμως η Ισραηλινή βαρβαρότητα δεν μειώνει την ένταση της φρίκης και της οργής, που αισθάνεται κανείς αν δει τον 34χρονο …λεβένταρο να κλωτσάει 3-4 φορές ένα γατάκι και αφού το φέρνει στην ‘κατάλληλη’ θέση, περνάει με το αυτοκίνητο του από πάνω από το κορμάκι του και το λιώνει… Αυτό το ασφαλώς αθεράπευτο κτήνος -δεν πρόκειται για παιδική ή εφηβική επιθετικότητα- δεν μπορέσαμε να τον δούμε… Πέρασε γρήγορα την είσοδο στον ανακριτή με μισοσκεπασμένο το πρόσωπο… Χάσαμε, έτσι, την ευκαιρία να γνωρίσουμε την φυσιογνωμία ενός δεδομένου φονιά, που -ευκαιρίας δοθείσης- δεν θα διστάσει να αφαιρέσει μία ανθρώπινη ζωή. Θα είχε ενδιαφέρον να γνώριζε κανείς την ζωή, τα ενδιαφέροντα και τις συνήθειες αυτού του ανθρωποειδούς… Δεν νομίζουμε πως θα ξεχωρίζουν και πολύ από εκείνα μίας απρόσωπης ζωής, χωρίς κοινωνικούς προβληματισμούς, με μπόλικο εγωκεντρισμό και ατομικισμό, με ασυγκράτητη επιθετικότητα…. Με καταργημένα ηθικ...
Το σημείωμα, που παρατίθεται το λάβαμε
από τον φίλτατο Στέφανο Πάντο…
Δεν είναι δικό του… Το διάβασε στο fb και μας το κοινοποίησε. Και πολύ καλά
έκανε…. Για πολλούς λόγους. Αυτή την ώρα όμως χρειάζεται να θυμηθούμε (τόχουμε σχεδόν ξεχάσει) , πως ο μαζικός
αθλητισμός, όπως το ποδόσφαιρο δεν είναι εγγενώς εγκληματικός.
Η χυδαία
επαγγελματοποίησή του σε συνθήκες βαθιάς καθολικής συστημικής σήψης, οδηγεί σε
φαινόμενα σαν το πρόσφατο στην Ν. Φιλαδέλφεια.
Πόσο μοιάζει το πνεύμα αυτού του σημειώματος
με το αντίστοιχο του καρδιολόγου δ/ντή
στο Θριάσιο Νοσοκομείο Χριστόφορου Ολύμπιου, που παρουσιάσαμε πριν λίγες μέρες [Απλά,
σοφά λόγια. (https://faiakas.blogspot.com/2023/08/blog-post_22.html)]
.
Ο Νίκος Γιούτσος, γεννήθηκε στην
Καστοριά. Όμως, μεγάλωσε στην Ουγγαρία. Κυνηγημένοι οι δικοί του, πολιτικοί
πρόσφυγες σε μία ξένη, μα, φιλόξενη χώρα.
Το 1964, ήρθε στον Ολυμπιακό, με
βοήθεια κι από τον Μανώλη Γλέζο, όπου αγωνίστηκε μέχρι το 1974.
Όμως, δεν ήταν όλα ρόδινα. Άρχισε να
αγωνίζεται, το 1965.
Γιατί; Δεν είχε... ελληνική
υπηκοότητα.
Κι όταν άρχισε να συμμετέχει, "παλιοκομμουνιστή" τον φώναζαν, οι ανόητοι αντίπαλοι στις κερκίδες της εποχής. Υπήρχαν και τότε...
Το 1973, στη διάρκεια παιγνιδιού στο
"Καραϊσκάκης" ο συμπαίκτης του Ρομαίν Αργυρούδης, ντρίπλαρε ολόκληρη
την αντίπαλη άμυνα -πρέπει να ήταν του Άρη- και πάσαρε στον Γιούτσο, σχεδόν στο
άδειο τέρμα.
Εκείνος πέτυχε γκολ, το γήπεδο άρχισε
να φωνάζει ρυθμικά το όνομά του.
Κι αυτός;
Τους έκανε νόημα, να σταματήσουν.
Κι όταν σίγησαν τα πάντα, σήκωσε το
χέρι του και τους έδειξε τον Αργυρούδη.
- Αυτόν, τους είπε, αυτόν
χειροκροτήστε.
Μεγαλείο ψυχής, από έναν θρύλο του
Θρύλου…
Κάποια παραμονή Χριστουγέννων, δεν
μπόρεσα να κοιμηθώ, περίμενα τον θείο μου, από την Αθήνα. Μου είχε τάξει, τη
φανέλα του Γιούτσου...
Μύριζε ο ιδρώτας του, από τον αγώνα
της Κυριακής.
Καμάρωνα και περίσσευε η μαγκιά μου,
μπροστά στα κορίτσια, στις εκδρομές, στο ποδόσφαιρο, στο σχολείο δίπλα στους
φίλους και συμμαθητές μου...
Κάποιο απόγευμα, είδα τον πατέρα μου,
να επιστρέφει από τα περιβόλια και να την φοράει.
- Βρε πατέρα, τη φανέλα του Γιούτσου στο περιβόλι;
του είπα θυμωμένος.
Με κοίταξε γελώντας.
- Δεν είσαι καλά, μου απάντησε,
θα σε πάω σε... γιατρό.
…
Όπως χάθηκε και μία ολόκληρη εποχή.
Τότε, που οι ποδοσφαιριστές, έπαιζαν
και για την φανέλα, για τον κόσμο που τους λάτρευε.
Τότε που, στα γήπεδα, δεν υπήρχαν: ούτε σύνδεσμοι, ούτε μαχαιροβγάλτες, ούτε
κρυμμένοι φασίστες!
Σχόλια